Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2023

Ήταν μία καλοκαιρινή ημέρα του Γενάρη όταν ξύπνησα στις τέσσερεις τα ξημερώματα από τη ζέστη. Εσύ δίπλα μου μούσκεμα στον ιδρώτα, παρόλα αυτά κοιμόσουν σαν μωρό. Ποιος ξέρει τι ονειρευόσουν εκείνη τη στιγμή. Άγγιξα απαλά το κεφάλι σου, χάιδεψα τα μαλλιά σου, προσπάθησα να αφουγκραστώ την καρδιά σου που ηχούσε απαλά στα αυτιά μου. Να καταλάβω πως αισθάνεται, τι νιώθει, τον τρόπο που χτυπάει για ζωή. Μία παιδική καρδιά που έχει ολόκληρη τη ζωή μπροστά της. Έτοιμη να κατακτήσει όλα αυτά που της στέρησαν.

Το κυματάκι της θάλασσας χαϊδεύει τα αυτά μου προσπαθώντας να αγκαλιάσει την αναστατωμένη ψυχή μου. Έξω είναι ακόμα σκοτεινά, φοβάμαι μην ξημερώσει, φοβάμαι τη στιγμή που θα χαθείς στο χρόνο και θα γίνεις μία ακόμα ανάμνηση της εγωιστικής ύπαρξής μου. Βλέπεις το θάνατο να σου χτυπάει την πόρτα, δεν σε παίρνει, σου δίνει ραντεβού για το μέλλον, είναι καλύτερα τελικά να μην γνωρίζεις το μέλλον.

Η θάλασσα συνεχίζει να κυριαρχεί στο είναι μου. Μερικές φορές μου δηλώνει με τον τρόπο της πόσο τυχερός είμαι που ζω δίπλα της. Μου έλειψε είναι η αλήθεια όλα αυτά τα χρόνια. Το αεράκι διεκδικεί το μερίδιό του καθώς προσπαθεί να διώξει κάθε μου σκέψη, θέλει να με εξαγνίσει, να με απελευθερώσει, πως είναι να είναι άραγε το συναίσθημα της κάθαρσις; Είμαστε εγώ κι εσύ. Εγώ, εσύ και το τέλος. Θέλω να καπνίσω, αλλά δεν θέλω να σηκωθώ από το κρεβάτι. Η μυρωδιά της θάλασσας ψιθυρίζει πως το τέλος πλησιάζει. Ο ήλιος σε λίγο θα πάρει τη θέση του στο μυαλό μου, με αφήνει να ονειρευτώ αρχικά, για λίγο, όσο διαρκεί μία στιγμή, μέχρι να με επαναφέρει στην σκληρή πραγματικότητα της ημέρας που ξεκινάει.

Θα ξυπνήσεις. Δεν θέλω να ξυπνήσεις. Καμία φορά είσαι ομορφότερη όταν κοιμάσαι. Τότε είναι που μπορώ να διαχειριστώ τις σκέψεις μου και να τις αντιμετωπίσω με τη δική μου λογική. Το βλέμμα σου με σκοτώνει, δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Ζητάει πολλά κι εγώ έχω τόσα λίγα να σου δώσω. Μην ξημερώνεις, άφησέ με να χαρώ τη στιγμή για λίγο ακόμα. Η κίνησή σου με αναστατώνει όπως συμβαίνει με τον σκύλο όταν βλέπει τη γάτα να περνάει από μπροστά του και δεν μπορεί να την κατανοήσει. Δυστυχώς δεν μπορώ να σε κατανοήσω. Προσπάθησα, αλλά δεν τα κατάφερα. Ελπίζω κάποτε να με συγχωρέσεις γι αυτό.

Κάτι τέτοια όμορφα πρωινά βρίσκω την ελευθερία μου που τόσο εύκολα συνεχώς την πουλάω και μετά αναγκάζομαι να την αναζητώ. Την καρδιά όμως είναι δύσκολο να την καταλάβει κανείς, ακόμα κι η δική σου σε εκπλήσσει ορισμένες στιγμές. Απλά την αφουγκράζεσαι και περιμένεις να σου εξηγήσει. Θα έρθει η στιγμή που οι απαντήσεις ανοίξουν μπροστά σου κι όλα θα γίνουν απλά. Θα είναι πολύ αργά αλλά θα έχεις καταλάβει. Το παρελθόν δεν αλλάζει, το μέλλον όμως ίσως μπορεί. Καμιά φορά ούτε κι αυτό. Ο νους και η λογική δεν συμβαδίζουν με την καρδιά και το συναίσθημα.

Θέλω να σου δείξω αυτό το κείμενο μα δεν ξέρεις να διαβάζεις, θέλω να στο διαβάσω μα δεν μπορείς να με ακούσεις. Θέλω να φωνάξω μα δεν θέλω να σε ξυπνήσω. Ο χρόνος είναι αμείλικτος και η απόσταση μεγάλη. Καρδιές αγεφύρωτες, όνειρα εγωιστικά, δρόμοι μοναχικοί, νους ελεύθερος.

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2022

 Το πλοίο αναχώρησε με μεγάλη καθυστέρηση. Πρόσωπα κουρασμένα, κορμιά βαριά και ταλαιπωρημένα. Η νύχτα έχει πέσει, το πέρασμα της ημέρας από πάνω μας δεν άφησε τίποτα όρθιο Η ύπαρξη περιπλανάται σε μια ανιαρή ζωή. Αυτή, που παραδόξως οι άνθρωποι ζηλεύουν. Ο προορισμός είναι ένα μυστήριο. Το ταξίδι είναι όμορφο αλλά ο τελικός προορισμός είναι οι απαντήσεις μας. Η στιγμή που η πραγματικότητα κι η φαντασία συναντώνται. Τότε καταλαβαίνεις ότι το τέλειο δεν υφίσταται κι αυτό που κυνηγάς είναι μάταιο. 


Στο κατάστρωμα φυσάει. Νιώθω αποξενωμένος, εξόριστος σε έναν κόσμο δίχως ανθρώπους. Τα μάτια σου με επαναφέρουν. Η εισβολή σου στον κόσμο μου είναι βίαιη. Προσπαθείς να καταπατήσεις τα πάντα μέσα μου. Η σκέψη μου έρμαιο ενός χαμόγελου. Είμαι ένας ξεπουλημένος. Νιώθω ακόμα την πικρή αίσθηση που μου άφησε εκείνη η επιλογή μου να πουλήσω την ελευθερία μου την πρώτη φορά που σε συνάντησα. 


Το καράβι έφτασε στον προορισμό του. Τουλάχιστον αυτό κατάφερε να βρει το δρόμο του. Ένα άψυχο αντικείμενο τα καταφέρνει καλύτερα από εμάς τελικά. Για δες τι ειρωνεία, δεν ήταν η πρώτη φορά. Είναι ικανό να βρίσκει τον προορισμό του ξανά και ξανά μέχρι να σβήσει κι αυτό στο χρόνο και κανένας να μην το θυμάται πια. Τόσες ψυχές απάνω του, ανίκανες να το κρατήσουν ζωντανό. Γρήγορα ξεχάστηκε, γρήγορα περνάνε όλα. Ανεκπλήρωτες επιθυμίες στο χρόνο. 


Τέσσερεις τα ξημερώματα. Βρίσκομαι ήδη στην παραλία κάτω από έναν απέραντο σκοτεινό ουρανό προσπαθώντας να αρχίσω πάλι από την αρχή. Αναζητώντας τα θέλω μου, την ελευθερία μου, τον προορισμό μου. Εύκολα φτάνει κάποιος στο μηδέν. Δύσκολα στο τίποτα. Άραγε δύο τυχαίες υπάρξεις αρκούν για να σταματήσουν το χρόνο; Για μια στιγμή στο πλοίο έγινες ο προορισμός μου. Δεν πρόλαβα να σου το πω. Έφυγες τόσο βιαστικά όσο γρήγορα φεύγουν οι στιγμές. Έμεινε το αέρινο φόρεμά σου και ένα απέραντο χαμόγελό να με συντροφεύουν ξανά. Αυτή τη φορά όμως η χαμένη μου ελευθερία απέκτησε όνομα. 

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

 Δέκατη νύχτα στο νησί, ο ουρανός είναι γεμάτος αστέρια, το ελαφρύ κυματάκι της θάλασσας εξαφανίζεται στα πόδια μου, αλλά απόψε τίποτα δεν έχει την ίδια σημασία. Απόψε η νύχτα είναι διαφορετική. Νιώθω την ένταση του μέρους, την ενέργεια της φύσης, την αρμονική συνύπαρξη με τον εαυτό μου.

Έπρεπε να βρίσκομαι αλλού και το ξέρω, αλλά κάποια στιγμές κάτι σε κρατάει και μένεις. Στιγμιαίες αποφάσεις που παίρνονται χωρίς σκέψη, μένουν και σε καθορίζουν. Αυτές που παίρνονται με την καρδιά και όχι με την λογική. Η λογική σε οδηγεί σε ασφαλή μονοπάτια, αλλά η ζωή δεν έχει ασφαλή μονοπάτια.

Το φεγγάρι φωτίζει την παραλία, η θάλασσα είναι όμορφη το βράδυ, αλλά μπορεί να γίνει τρομακτική αν προσπαθήσεις να την κατακτήσεις. Το ίδιο τρομακτική γίνεσαι κι εσύ όταν το μυαλό μου προσπαθεί να σε ορίσει. Δείχνεις ατίθαση, ελεύθερη και περήφανη, τα μάτια σου διψάνε για έρωτα, πάθος και ζωή.

Ήξερα πως θα μείνω απόψε όταν είδα το γυμνό σου κορμί να χαϊδεύει τη θάλασσα. Η μαυρισμένη σου σιλουέτα να χάνεται σιγά σιγά στο απέραντο γαλάζιο κι εγώ να παλεύω να ρουφήξω και την τελευταία σταγόνα δροσιάς από το βρεγμένο κορμί σου.

Τη σκέψη των ανθρώπων δεν μπορείς να την τιθασεύσεις κι εγώ αναρωτιέμαι ακόμα πως θα αισθανόσουν αν σου έλεγα πως μου αρέσει να παρατηρώ τη γύμνια σου. Στο φτωχό μου μυαλό δε χωράει τίποτα πρόστυχο απόψε. Τι νόημα έχει η σαρκική μου επιθυμία απέναντι στην ανάγκη μου να ορίσω την ύπαρξη μου μέσα από σένα;

Αδυνατώ να ορίσω τη στιγμή μας στο χρόνο. Αν το κάνω δημιουργώ προσδοκίες και οι προσδοκίες είναι ο προάγγελος της δυστυχίας μου. Με αυτή τη θλίψη στην καρδιά μου είναι που φοβάμαι να έρθω αντιμέτωπος, την ψευδαίσθηση ότι μου ανήκεις.

Ξημερώνει, τα χρώματα της ημέρας αρχίζουν να ξεπροβάλουν στον απέραντο ουρανό. Εσύ δεν βρίσκεσαι πλέον δίπλα μου και μία ψεύτικη αίσθηση ελευθερίας με διακατέχει ξανά.

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Η κοπέλα με τα Ντόμπερμαν  

Το μαυρισμένο σου κορμί, γυμνό, απροστάτευτο, έρμαιο του αδιάκριτου βλέμματος των ματιών μου, στων Διδύμων την ακρογιαλιά.  

 Ξαπλωμένο, σιωπηλό, ήρεμο, σαν ένα άγαλμα τέλεια σμιλεμένο, ένα αριστούργημα της φύσης, μία φλόγα στην καρδιά μου που δεν ξέρω πως να διαχειριστώ.   

 Νιώθω γυμνός, απροστάτευτος απέναντι στον εαυτό μου και την ελευθερία μου. Αντιμέτωπος με αυτές τις στιγμές που δημιουργούν τις επόμενες.  

 Σαν να αισθάνθηκες τον πόνο μου και να σε κατέκλυσαν οι ενοχές, έριξες ένα λεπτό, αέρινο ύφασμα πάνω σου και με πλησίασες.  

 Η ματαιότητα του λόγου απέναντι σε μία καρδιά που κοντεύει να σπάσει. Το καθαρό σου βλέμμα, μαρτύριο στις μοναχικές μου νύχτες.  Απρόσμενα ήρθες, με τον ίδιο τρόπο έφυγες.

 Σηκώνομαι τα βράδια κι ακούω τη θάλασσα. Τα μαύρα μακριά μαλλιά σου ανεμίζουν στην σκέψη μου. Αναρωτιέμαι αν αυτό που νιώθω είναι η πληρότητα και το κενό την ίδια στιγμή. Μπορούν άραγε να συνδυαστούν αυτά τα δύο; Μπορεί το ένα να φέρνει το άλλο; Μήπως η πληρότητα και το κενό είναι το ίδιο πράγμα τελικά; Μήπως είναι τόσο κοντά που αγγίζοντας το ένα νιώθεις και το άλλο;  

 Όσο περισσότερο σε θέλω τόσο λιγότερο ελεύθερος νιώθω κι αυτό με κάνει να σε θέλω ακόμα πιο πολύ. Η σκέψη σου, η παρουσία σου στο μυαλό μου με κάνει να αισθάνομαι γυμνός. Βλέπω το χαμόγελό σου, σε κοιτώ στα μάτια και μου δείχνεις την πραγματική μου γύμνια. Δεν έμαθα ποτέ το όνομά σου αλλά πλέον αποτελείς κομμάτι της ύπαρξής μου.

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2022

Δημιούργησα το χρόνο κι επιχείρησα να σε κλείσω μέσα. Ω, μα τι ανόητος που πίστεψα πως μου ανήκεις.

Νιάτα όμορφα κι αθώα που γεράσανε πρόωρα πληρώνοντας τη ματαιοδοξία τους. Μπορεί το παρόν να αποκτήσει ξανά την αξία που του αναλογεί;

Η αιωνιότητα ήταν αυτή που έκανε τον προορισμό μας να μοιάζει με τίποτα και το κενό που ξεκινάει από την ψυχή μας να καταλήγει στα ανεκπλήρωτα όνειρα της παιδικής μας ηλικίας.

Μήπως στην έννοια του τίποτα μπορούμε να βρούμε το φως που χάσαμε;

Ο έρωτας είναι ακόμα υπαρκτός για τον άνθρωπο; Να ναι άραγε το μόνο που μας απέμεινε να κυνηγάμε;

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

 



Άκου πόσο αρμονικά δένει ο Beethoven με τον ήχο του ποταμιού και το κελάηδημα των πουλιών, πως η μουσική του γίνεται ένα με τη φύση. Μα πόση ομορφιά, πόση ομορφιά! Είναι η εξύψωση του πνεύματος, η γαλήνη της ψυχής. Είναι ο έρωτας, η ποίηση, η μουσική. Είσαι εσύ!


Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

Μία βραδιά στο Μπουρδέλο

 "Αυτός ο κόσμος είναι δικός μου", μου είπες κι εγώ σε κοίταξα περίεργα. Νόμιζες ότι εκείνη τη στιγμή φαινόσουν δυνατή, αλλά στα μάτια σου φαινόταν η ανάγκη για επιβεβαίωση. Κούνησα το κεφάλι μου γιατί αυτό χρειαζόσουν για να συνεχίσεις, δεν ήθελα αυτό το χαμόγελο να πάψει να με κοιτάει.

Η ματιά σου έλαμπε από ικανοποίηση, το σώμα σου γεμάτο ενέργεια, στα αυτιά μου ηχούσε το Adagio της τελευταίας Σονάτας του Beethoven, χαμένος σε μία παράλληλη σκηνή, όπου τα κορμιά μας παραδωμένα στην ηδονή παλεύουν να ικανοποιήσουν τις φαντασιώσεις του μυαλού μας. Το κορμί σου μία απέραντη θάλασσα, που θα μπορούσα να χαζεύω όλο το βράδυ βυθισμένος στις σκέψεις μου. Τι σημασία έχουν τα λόγια όταν δύο κορμιά διψάνε το ένα για το άλλο; Τι σημασία έχει τι θέλουν τα κορμιά όταν τα λόγια διαψεύδουν τα μάτια; "Κρυώνω" μου είπες κι ένιωσα τον παγωμένο αέρα να με χαϊδεύει απαλά στο κεφάλι.

Πήρες το χαρτί και σχεδίασες ένα κορίτσι με ράστα. Όσο παρατηρούσα τα δάχτυλα σου, που ήταν γεμάτα ζωγραφιές και σχέδια, εσύ συνέχιζες να προσθέτεις σχήματα και χρώματα στο κορίτσι. Το χάϊδευες απαλά με τον ίδιο τρόπο που τα μάτια μου χαϊδεύουν το κορμί σου. Το κορίτσι καθόταν πάνω σε μία πεταλούδα και κρατούσε δύο κόκκινα τριαντάφυλλα. Ένας επιβλητικός δράκος το κυνηγούσε με τον ίδιο τρόπο που το παρελθόν μας στοιχειώνει τις αθώες στιγμές του παρόντος. Και τότε κατάλαβα πως αυτό το κορίτσι ήσουν εσύ.

"Γνωρίζεις άραγε τι γεύση έχει το ρούμι;", μου είπες κι εγώ ξαφνιάστηκα. Τα αρώματα των φρούτων αναδύονταν, αλλά η μυρωδιά του κορμιού σου κυριαρχούσε ακόμα στο χώρο. Ήπιες από το δικό μου ποτήρι με την αθωότητα του μικρού κοριτσιού που θέλει να δοκιμάσει για πρώτη φορά xόρτο και να μαστουρώσει. Μου ήταν αδύνατο να διαχειριστώ αυτή την αθωότητα.

Το κατάλαβες και χαμογέλασες. Ήμουν έρμαιο των διαθέσεων σου κι αυτό σε ικανοποιούσε. Ένα κομμάτι σου έμεινε μέσα μου. Η σκέψη σου, τα θέλω σου, η παρουσία σου στο μυαλό μου, η υπενθύμιση της θέσης μου στην ζωή σου μου δείχνει καθημερινά την πραγματική μου γύμνια. Μου έδωσες τόσο λίγο, ήθελα τόσο πολύ.